Άρτα — Πόλη (υψόμ. 30 μ., 19.435 κάτ.) της Ηπείρου, πρωτεύουσα του νομού Άρτης (βλ. λ.) και έδρα του ομώνυμου δήμου (βλ. λ. Αρταίων, δήμος). Η πόλη είναι χτισμένη στην αριστερή όχθη του κάτω ρου του ποταμού Αράχθου, στην προσχωσιγενή πεδιάδα της Ά. ή… … Dictionary of Greek
Άρτα — Sp Árta Ap Άρτα/Arta L mst. ir nomas, V Graikija … Pasaulio vietovardžiai. Internetinė duomenų bazė
ἀρτᾷ — ἀρτάω fasten to pres subj mp 2nd sg ἀρτάω fasten to pres ind mp 2nd sg (epic doric aeolic) ἀρτάω fasten to pres subj act 3rd sg ἀρτάω fasten to pres ind act 3rd sg (epic doric aeolic) … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
Βεντήρης, Γεώργιος — (Άρτα 1890 – Ελβετία 1954).Δημοσιογράφος και ιστορικός. Ο Β. υπήρξε ένας από τους σημαντικούς παράγοντες της ελληνικής πολιτικής ζωής κατά το πρώτο μισό του 20ού αι. Λακωνικής καταγωγής, γεννήθηκε στην Άρτα και άρχισε τη δημοσιογραφική του… … Dictionary of Greek
Μάξιμος ο Γραικός ή ο Έλλην — (Άρτα 1470; – μονή Αγίου Σεργίου, κοντά στη Μόσχα 1556). Θεολόγος και συγγραφέας. Το κοσμικό του όνομα ήταν Μιχαήλ Τριβώλης, Η πολύπλευρη δράση του στη Ρωσία τον κατέστησε γνωστό στην ιστορία ως «φωτιστή των Ρώσων». Καταγόταν από εύπορη… … Dictionary of Greek
Δημόπουλος, Ντίνος — (Άρτα 1921 –). Σκηνοθέτης. Σπούδασε στη δραματική σχολή Γιαννούλη Σαραντίδη και ξεκίνησε την καριέρα του ως ηθοποιός του θεάτρου και του κινηματογράφου. Ίδρυσε δραματική σχολή, της οποίας υπήρξε και καθηγητής. Ασχολήθηκε με διάφορα είδη ταινιών… … Dictionary of Greek
Ζέρβας, Ναπολέων — (Άρτα 1891 – Αθήνα 1957). Στρατιωτικός και πολιτικός. Πολύ νέος, κατατάχθηκε εθελοντικά στον στρατό και πήρε μέρος στους Βαλκανικούς πολέμους, στη διάρκεια των οποίων του απονεμήθηκε για ανδραγαθία ο βαθμός του ανθυπασπιστή. Στη συνέχεια, φοίτησε … Dictionary of Greek
Καραπάνος, Αλέξανδρος — (Άρτα 1873 – Παρίσι 1946). Πολιτικός. Εργάστηκε ως διπλωματικός υπάλληλος στη Ρώμη, στο Παρίσι, στο Λονδίνο, στην Κωνσταντινούπολη, στη Θεσσαλονίκη και στη Σόφια και προσέφερε σημαντικές υπηρεσίες ως διπλωματικός σύμβουλος της στρατιάς Ηπείρου… … Dictionary of Greek
Καραπάνος, Κωνσταντίνος — (Άρτα 1840 – Αθήνα 1911). Αρχαιολόγος, οικονομολόγος και πολιτικός. Σπούδασε στα Ιωάννινα, στην Κέρκυρα και στην Αθήνα, ενώ στη συνέχεια πήγε στο Παρίσι, όπου ειδικεύτηκε στα οικονομικά. Αρχικά ασχολήθηκε με τραπεζικές επιχειρήσεις, τις οποίες… … Dictionary of Greek
Κοτσαρίδας, Ελευθέριος — (Άρτα 1904 – Αθήνα 1966). Δημοσιογράφος. Σπούδασε στη νομική σχολή του Πανεπιστημίου Αθηνών και πολιτικές επιστήμες στη Γαλλία. Πρωτοεμφανίστηκε στο δημοσιογραφικό επάγγελμα το 1923 στην εφημερίδα Εστία και εργάστηκε αρχικά ως συντάκτης… … Dictionary of Greek